αποθεματοποίηση

αποθεματοποίηση
η
η δημιουργία αποθεμάτων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • υπεραποθεματοποίηση — η, Ν (οικον.) η διατήρηση μεγάλων αποθεμάτων, πέρα από τις ανάγκες και τις προβλέψεις μιας επιχείρησης. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπερ * + αποθεματοποίηση «δημιουργία αποθεμάτων»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”